4 troxoi website home 4 troxoi forum

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΥΤΟΚΙΝΗΣΗΣ, ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ ΤΟΥ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΥ 4ΤΡΟΧΟΙ

Λίμα-Σαν Πέδρο ντε Ατακάμα

Caminos de la Muerte*
*Δρόμοι του Θανάτου

Σε χώρες σαν το Περού και τη Βολιβία δε χρειάζεται να αναζητάς την περιπέτεια. Θα τη βρεις στο δρόμο σου!

ΟΤΑΝ μέσα σε ένα μήνα έχεις διασχίσει το Περού, έχεις γλιτώσει από τρικυμία στη λίμνη Τιτικάκα, έχεις σκαρφαλώσει νύχτα με χιόνι στα 6.000 μ., έχεις περάσει από πλημμύρες στη λεκάνη του Αμαζονίου, έχεις κατασκηνώσει πάνω σε λίμνη από αλάτι και έχεις καταφέρει να βγεις από τη Βολιβία με σπασμένη ανάρτηση, τότε καλά τα πήγες ως ταξιδιώτης. Λογικά, έπειτα από μια υπερβολική δόση περιπέτειας σαν κι αυτήν, η επάνοδος σε μια ανεπτυγμένη χώρα όπως είναι η Χιλή είναι λυτρωτική. Tι μήνας κι αυτός...
Όλα ξεκίνησαν από τη Λίμα. Με συνεπιβάτη τον Δημήτρη Παρούση, τον αιθεροβάμονα «godimitris» που περιδιαβαίνει τη Λατινική Αμερική εδώ και τέσσερα χρόνια, ανακαλύπτοντας ξεχασμένους Έλληνες σε απίθανα σημεία. Την πρώτη κιόλας μέρα κατασκηνώσαμε στην έρημο, πάνω στον Ειρηνικό, συναντήσαμε έναν ελληνικής καταγωγής Περουβιανό που έφτιαχνε την κατεστραμμένη -από το τσουνάμι- ταβέρνα του και το επόμενο πρωί σαλπάραμε με ταχύπλοο για τα νησιά Μπαγέστας, τα λεγόμενα «Γκαλάπαγκος του φτωχού». Ένα σύμπλεγμα από βράχους που φιλοξενούν εκατομμύρια πουλιά, από πιγκουίνους μέχρι πελεκάνους αλλά και θαλάσσιους ελέφαντες, ένα μοναχικό όσο και μοναδικό καταφύγιο άγριας ζωής στον Ειρηνικό. Την ίδια μέρα φτάσαμε στη Νάζκα, όπου βρίσκονται τα περίφημα γεωγλυφικά -που αρκετοί αποδίδουν σε εξωγήινο πολιτισμό- και κάναμε μια ανεμοδαρμένη πτήση από πάνω τους με Cessna. Με σφιγμένα στομάχια, ομολογουμένως, μιας και μόλις δύο εβδομάδες πριν έξι επιβάτες και ένας χειριστής είχαν χάσει τη ζωή τους σ’ ένα μονοκινητήριο. Καθώς οι αεροπορικές εταιρείες της Νάζκα «σκότωναν μύγες» από την αναδουλειά, τουλάχιστον πετύχαμε καλύτερη τιμή. Απτόητοι εμείς...
Η ίδια νύχτα μας βρήκε να κατασκηνώνουμε στα 3.300 μ., στον ορεινό δρόμο που ξεκινά από τον Ειρηνικό και σκαρφαλώνει στις ¶νδεις. Προορισμός μας το Κούζκο.
Οι επόμενες ημέρες είχαν νοσταλγικό χαρακτήρα για εμάς - μιας και είχαμε ταξιδέψει στο Κούζκο και στην Τιτικάκα το 2005. Η κάμερα του Δημήτρη δεν προλάβαινε να κάνει «κλικ», με τόσες εικόνες κάθε μέρα. Τι θέλετε; Αρχαιολογικά μνημεία των Ίνκας στην Ιερή Κοιλάδα; Πλημμυρισμένα -από τις νεροποντές του περασμένου Γενάρη- χωριά; Τις περίτεχνες πεζούλες του Μοράι, όπου οι Ίνκας πειραματίζονταν σε δεκάδες είδη λαχανικών και οπωροκηπευτικών; Τις περιβόητες αλυκές τους; Τις λαϊκές αγορές του Σαββάτου; Μόνο στο Μάτσου Πίτσου δε φτάσαμε, μιας και ήταν κλειστό, λόγω των κατολισθήσεων. Ούτε με τρένο, ούτε από το περίφημο μονοπάτι των Ίνκας μπορούσες να φτάσεις εκεί μέχρι τον Απρίλιο. Μετά τραβήξαμε για Τιτικάκα, την ψηλότερη πλωτή λίμνη του κόσμου, και περάσαμε εκεί άλλες τρεις αξέχαστες ημέρες. Στα νησάκια Αμαντανί και Τακίλε οι άνθρωποι ζουν ακριβώς όπως πριν από 500 χρόνια: Καλλιεργούν καλαμπόκι, εκτρέφουν τα ζώα τους, ενώ φιλοξενούν και τουρίστες στις καλύβες τους. Ωραία ζωή...
Κάπως έτσι μπήκαμε στη Βολιβία, που μας φάνηκε πιο φτωχή από το Περού. Και οι άνθρωποι λιγότερο φιλικοί. Ίδια φυλή, Αϊμάρα και Κέτσουα κυρίως, αλλά αγέλαστοι και καχύποπτοι με τους επισκέπτες. Αφού διατρέξαμε όλη τη λίμνη Τιτικάκα μέχρι το νότιο άκρο της, περάσαμε από τις κατάλευκες κορυφές της Κορντιγέρα Ρεάλ, της «βασιλικής οροσειράς». «Να μπορούσαμε να ανέβουμε εκεί πάνω» σκεφτόμουν, ενώ η Βούλα έτρωγε τα νύχια της, αφού θα μέναμε οσονούπω από πετρέλαιο. Τα λιγοστά πρατήρια είχαν στερέψει. Με 5 λίτρα στη μαύρη αγορά φτάσαμε στη Λα Πας, την πρωτεύουσα που βρίσκεται πιο ψηλά από κάθε άλλη, στα 3.800 μ. Όλες οι κατηφόρες οδηγούν στο κέντρο της πόλης, που εξυπηρετείται ουσιαστικά από μία αρτηρία. Πραγματικό τρελοκομείο, ένα αδιάκοπο μποτιλιάρισμα...

Λευκή περιπέτεια!
Δε φτάνει που η ζωή μας είναι καθημερινά μια περιπέτεια, ψάχνουμε και extreme δραστηριότητες. Μόλις είχαμε συνηθίσει τις ανηφόρες της Λα Πας, όπου σου κόβεται η ανάσα και μόνο πηγαίνοντας για τσιγάρα, αποφασίσαμε να κάνουμε μία τρέλα, έτσι, για να γιορτάσουμε τις χίλιες ημέρες μας στο ταξίδι. Μπήκαμε σε ένα πρακτορείο και ύστερα από δέκα λεπτά βγήκαμε με έναν ακόμα βραχνά στο κεφάλι: την ανάβαση στο χιονισμένο Χουάινα Ποτοσί, το πιο φιλικό -όπως μας είπαν- όρος με κορυφή πάνω από τα 6.000 μ., 6.088 για την ακρίβεια. «Θα τα καταφέρουμε», λέγαμε κι εμείς οι ανίδεοι, λες και πηγαίναμε βόλτα στο πάρκο. Το επόμενο βράδυ τρώγαμε σουπίτσα και πέφταμε για ύπνο σε ένα φιλόξενο καταφύγιο στα 4.700 μ., αφού πρώτα δοκιμάσαμε τις αναρριχητικές μας ικανότητες σε παγετώνα. Εκεί που δεν ήξερα τι σημαίνει «πιολέ» (το τσεκουράκι του ορειβάτη) και τι «κραμπόν» (τα μεταλλικά καρφιά στην μπότα), να με δείτε να παριστάνω τον Μέσνερ, κρεμασμένος σε κατακόρυφο τοίχο από πάγο. Κουνίτη, σ’ έφαγα! Μα πού πας, καημένε; Την άλλη μέρα σκαρφαλώσαμε στο δεύτερο καταφύγιο, στα 5.130 μ., με αέρα υπεροχής. Μέχρι που έμεινα από... αέρα όταν έπεσα να κοιμηθώ. Πώς να αναπνεύσεις με 110 παλμούς; Και όσο έπρεπε να κοιμηθούμε νωρίς το απόγευμα, μιας και τα μεσάνυχτα ξεκινούσε η αποστολή αυτοκτονίας (συγγνώμη, η ανάβαση στην κορυφή), τόσο φυσούσαμε και ξεφυσούσαμε μέσα στους αερόσακους. Ο οργανισμός στον κόφτη!
¶υπνοι σχεδόν, νά ’μαστε λοιπόν μετά τα μεσάνυχτα στην αρχή του παγετώνα να προσπαθούμε να περάσουμε τα κραμπόν στην μπότα. Δεμένοι με σχοινί με τον οδηγό, με τους φακούς κεφαλής αναμμένους, αρχίσαμε να ανεβαίνουμε με πλάγια βήματα την παγωμένη πλαγιά. Χρουπ, χρουπ, βήμα βήμα οι τρεις μας, πίσω από δύο άλλες ομάδες που έμοιαζαν σαν καραβάνι που πήγαινε για σφαγή, λίγο μπροστά μας. «Μα γιατί το κάνουμε αυτό;», έπιασα τον εαυτό μου να αναρωτιέται σε κάποια στιγμή. «Έχουμε τόση σχέση με την ορειβασία όση και με τα διαστημόπλοια, καπνίζουμε και οι δύο, γυμναζόμαστε σπανίως και η δουλειά μας δεν είναι εδώ, αλλά στο τιμόνι του Discovery.»
ΤΙ ΚΑΝΟΥΜΕ ΕΔΩ ΠΑΝΩ ΟΙ ΑΜΟΙΡΟΙ;
Στη μία ώρα νιώθαμε ήδη εξαντλημένοι. Στις δύο ώρες αρχίσαμε να κρυώνουμε, παρά τα hi-tech θερμοεσώρουχα και τα Gore-Tex μπουφάν που φορούσαμε. Την τρίτη ώρα έπρεπε να ανέβουμε ένα σχεδόν κατακόρυφο τοίχο. «Μην κοιτάξεις κάτω» λέω στη Βούλα, «γιατί δε θ’ ανέβεις ποτέ». Αν πέφταμε από εκεί, θα κουτρουβαλούσαμε μέχρι τη Λα Πας... Την τέταρτη ώρα άρχισε να χιονίζει. Και, λίγο πριν κλείσουμε πέντε ώρες, στα 5.850 μ., ο νυσταγμένος οδηγός μάς έκοψε τα πόδια μεμιάς: «Είναι επικίνδυνο να συνεχίσουμε, γιατί χιονίζει, είστε κουρασμένοι και ο στατικός ηλεκτρισμός μπορεί να φέρει κεραυνούς. Πρέπει να επιστρέψουμε τώρα»! «Μα ούτε στα 6.000 μέτρα; Τέτοια ήττα;» μονολόγησα με όση δύναμη μου είχε μείνει. Τι να κάνουμε; Πρωτάρηδες είμαστε. Την επόμενη φορά.
Αρχίσαμε να πηγαίνουμε προς τα κάτω. Κάτι που ήταν επίσης άθλος, με τέτοια κούραση. Όταν το μεσημέρι επιστρέψαμε πίσω στη Λα Πας, μας φάνηκε λες και επιστρέψαμε από έναν άλλον πλανήτη. Από τον άλλο κόσμο, θα έλεγα καλύτερα. Το βουνό μάς είχε διδάξει ότι δεν είναι παιχνίδι. Δε μας τιμώρησε -που θα έπρεπε να το κάνει για το θράσος μας-, αλλά μας έδειξε τα όριά μας. «Μέχρι εκεί μπορείτε, άσχετοι», σαν να μας είπε κοροϊδευτικά η κορυφή. Τουλάχιστον, η καρδιά μου -σε ηλικία, μάλιστα, επικίνδυνη για έμφραγμα- άντεξε την καταπόνηση και το υψόμετρο. Αυτό με ανησυχούσε χθες το βράδυ και δεν μπορούσα να κοιμηθώ; Και πάλι ευχαριστημένοι να είμαστε...

Ο δρόμος του θανάτου
Από τη Λα Πας ξανασυναντηθήκαμε με το Δημήτρη και κινήσαμε για το διαβόητο Καμίνο ντε λα Μουέρτε, το «Δρόμο του Θανάτου», γνωστό και ως τον πιο επικίνδυνο δρόμο του κόσμου. Ένα παλιό μονοπάτι 60 χλμ. που οδηγεί στο Κορόικο, ένα θαυμάσιο -λόγω κλίματος- χωριό στα 1.600 μ. υψόμετρο, δίπλα σε νόμιμες καλλιέργειες κόκας. Το μονοπάτι έχει παρακαμφθεί από έναν ασφαλτόδρομο, γι’ αυτό ίσως δε μας φάνηκε και τόσο επικίνδυνο. Τώρα το περνούν κυρίως ταξιδιώτες με νοικιασμένα ποδήλατα βουνού. Βέβαια, σε κάποια σημεία το βάθος του γκρεμού ήταν απύθμενο και δε θα ήθελα με τίποτε να βρίσκομαι εκεί μαζί με φορτηγά και υπεραστικά λεωφορεία. Απόδειξη του θανατηφόρου παρελθόντος ήταν οι σκουριασμένοι σταυροί προς τιμήν των πεσόντων του «Καμίνο». Σε ένα μόνο ατύχημα, το 1998, είχαν χάσει τη ζωή τους πενήντα άνθρωποι...
Αντί από το Κορόικο να επιστρέψουμε στη Λα Πας και να ακολουθήσουμε την εθνική πάνω στις ¶νδεις προς τα νότια της Βολιβίας, είπαμε να μπούμε βαθιά στη ζούγκλα της χώρας. Το αποτέλεσμα; Κάναμε 1.850 χλμ., τα περισσότερα σε χώμα, από το Κορόικο στο Σαν Ιγνάσιο και το Τρινιδάδ, από εκεί στη Σάντα Κρουζ -τη μεγαλύτερη και πιο εύπορη πόλη της Βολιβίας- και πίσω στη φιλικότατη Κοτσαμπάμπα, που ήταν μόλις 300 χλμ. από τη Λα Πας. Στο δρόμο περάσαμε και από τα μέρη όπου η CIA συνέλαβε και καθάρισε τον Τσε Γκεβάρα, το 1967. Μπορεί να ταλαιπωρήθηκε το Discovery με τόσο βάρος στην πέτρα και στη λάσπη, μπορεί τα πίσω αμορτισέρ να δάκρυσαν λαδάκι (όχι από συγκίνηση...), όμως άξιζε τον κόπο. ¶ξιζε, αλήθεια; Σαν τοπίο, η ζούγκλα είναι παντού ίδια. Οι φωτογραφικές μηχανές μας ξεκουράστηκαν. Τις νύχτες θυμηθήκαμε τι θα πει υγρασία και κουνούπια. Οι άνθρωποι ήταν διαφορετικοί, πιο πονηροί αλλά και πιο ζεστοί στα πεδινά. Λες και είχαμε πάει σε άλλη χώρα. Μάλιστα, πολιτικά τους χωρίζει άβυσσος με τους ορεσίβιους ιθαγενείς. Στη Λα Πας όλοι ορκίζονται στο όνομα του Έβο, του ιθαγενή προέδρου Μοράλες που κυβερνά σοσιαλιστικά -ή περίπου- από το 2006. Στη Σάντα Κρουζ, οι μεστίζο Βολιβιανοί (ισπανικής καταγωγής) δε θέλουν να τον ξέρουν, και ζητούν όχι απλώς αυτονομία, αλλά και πραγματική απόσχιση οι πιο ακραίοι. Αν δεν κάναμε αυτό το σκληροτράχηλο κομμάτι στη νότια λεκάνη του Αμαζονίου, δε θα μαθαίναμε ποτέ ότι η Βολιβία είναι ένα καζάνι που βράζει, δύο χώρες σε συσκευασία μίας... Ούτε θα βλέπαμε το τοπίο να αλλάζει σουρεαλιστικά από τις βροχές. Ύστερα από εκατοντάδες χιλιόμετρα σε σκληρό χώμα και λάσπη, 50 χλμ. πριν από το Τρινιδάδ, ο δρόμος κόπηκε στη μέση. Τριγύρω πλημμύρα. Και τώρα, τι; Υπήρχαν δύο ξύλινες μπλάβες που κινούνταν από μικρούς εξωλέμβιους κινητήρες. «Δεν υπάρχει δρόμος» μας λέει ο καπετάνιος, «πρέπει να σας πάμε εμείς». Έπειτα από σκληρά παζάρια, λίγο πριν δύσει ο ήλιος, επιβιβαστήκαμε στο σαπιοκάραβο. Ο Δημήτρης δεν ήταν καθόλου σίγουρος αν θα άντεχε το βάρος του Discovery: «Είσαι σίγουρος, ¶κη»; Όχι, αλλά τι να κάνουμε, να γυρίσουμε πίσω; Για τέσσερις ώρες πλέαμε, πότε δίπλα στο βυθισμένο χωματόδρομο, πότε ανάμεσα σε νούφαρα και χαμηλούς θάμνους. Αργά τη νύχτα, αφού διασχίσαμε τον ποταμό Μαμορέ, που είχε μετατραπεί σε λίμνη, και περάσαμε μέσα από πλημμυρισμένους οικισμούς, φτάσαμε στο λιμάνι του Τρινιδάδ. Στην πορεία μάθαμε ότι αυτό συμβαίνει κάθε χρόνο. Τους πρώτους έξι μήνες κάθε χρονιάς, οι ντόπιοι δεν πηγαίνουν στα σπίτια τους με μηχανάκια και αυτοκίνητα, αλλά με πιρόγες. ¶λλοι, πάλι, των οποίων οι καλύβες πλημμυρίζουν, μένουν σε πρόχειρους καταυλισμούς. Αυτή κι αν είναι ζωή σαν περιπέτεια...

Από τη Γη στη Σελήνη
Μεγάλο Σάββατο φτάσαμε στο Ποτοσί, μια πόλη με μεγάλη, αλλά τραγική ιστορία. Στα μέσα του 16ου αιώνα δεν υπήρχε ψυχή εδώ. Εκατό χρόνια μετά, το Ποτοσί ήταν η μεγαλύτερη πόλη στο δυτικό ημισφαίριο, με πληθυσμό 200.000 κατοίκων. Οι Ισπανοί βρήκαν τις μεγαλύτερες φλέβες από χρυσό και ασήμι στον κόσμο εδώ και του έδωσαν να καταλάβει, βάζοντας ιθαγενείς και μαύρους σκλάβους, εισαγμένους από τη δυτική Αφρική, να δουλεύουν στα ορυχεία. Στο Ποτοσί διαπράχθηκε ένα έγκλημα που δεν πληρώνεται με όλο το χρυσάφι που μετέφεραν οι αποικιοκράτες στους βασιλιάδες τους. Λέγεται ότι οκτώ εκατομμύρια άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους στις απάνθρωπες συνθήκες των ορυχείων. Επισκεφτήκαμε ένα απ’ όσα έχουν απομείνει (για εξόρυξη κασσίτερου, πλέον) και πήραμε μια ιδέα: ένα κολαστήριο σκοτεινό, γεμάτο αναθυμιάσεις. Τι κάνουν οι άνθρωποι για 300 ευρώ το μήνα...
Το Ποτοσί διατηρεί σήμερα ένα μέρος της παλιάς του αίγλης, όχι όμως και τον πλούτο εκείνων των εποχών. Ανήμερα το Πάσχα ήταν και ημέρα νομαρχιακών και δημοτικών εκλογών. Επικρατούσε απαγόρευση κυκλοφορίας, γι’ αυτό και η βόλτα μας στο καλοδιατηρημένο κέντρο της πόλης θα μας μείνει αξέχαστη. Όσο για τις εκλογές, έγιναν σε πολύ ήρεμο κλίμα.
Από το Ποτοσί κινήσαμε για το νοτιότερο άκρο της Βολιβίας, όπου βρίσκεται το πιο σουρεαλιστικό τοπίο που έχουμε αντικρίσει σε όλο τον κόσμο: το Σαλάρ ντε Ουγιούνι, μια θάλασσα από αλάτι με έκταση 12.000 τ.χλμ. Όλη μέρα ταξιδεύαμε πάνω στο απέραντο λευκό, και δε χόρταιναν τα μάτια μας από τις ψευδαισθήσεις που δημιουργούν τα καταπράσινα νησιά που ως διά μαγείας βρίσκονται μέσα στο απόκοσμο περιβάλλον. Το βράδυ κατασκηνώσαμε κάπου στον «προθάλαμο» αυτό «για τον παράδεισο», όπως ποιητικά χαρακτήρισε ο Δημήτρης το Ουγιούνι. Αξέχαστη νύχτα, εκεί στα 3.670 μ. υψόμετρο...
Οι επόμενες δύο ημέρες αποδείχθηκαν οι πιο ζόρικες του μήνα. Εκεί που ψάχναμε για αδρεναλίνη σε χιονισμένες κορυφές και σε πλημμυρισμένες ζούγκλες, μία σπασμένη βίδα στην πίσω ανάρτηση μας έδωσε ένα γερό μάθημα επιβίωσης. Ο τροχός έμεινε αστήρικτος, κι εμείς αβοήθητοι σε ένα χωματόδρομο απ’ όπου δεν περνούσε ψυχή. Η αγγλοσαξονική ψυχραιμία που επιδείξαμε σ’ αυτήν την κρίσιμη στιγμή μας αντάμειψε. Μέχρι το βράδυ, είχαμε βρει συνεργείο -σε ένα χωριό-φάντασμα- για να μας συγκολλήσουν την ταλαίπωρη βίδα του ακρόμπαρου. Αφού κοιμηθήκαμε στην πλατεία του χωριού, την επομένη κινήσαμε για τα σύνορα με τη Χιλή. Η διαδρομή περνούσε από μικρότερες αλυκές, όπου έβρισκες μόνο στρατιωτικά φυλάκια με ονόματα πόλεων της Χιλής. Ο ισχυρός γείτονας είχε αποκλείσει τη Βολιβία από κάθε πρόσβαση στον Ειρηνικό κατά τον πόλεμο του 1880, και οι Βολιβιανοί δεν το έχουν ξεπεράσει ποτέ αυτό. «Πάλι με χρόνια με καιρούς, πάλι δικά μας θά ’ναι» (τα παράλια), σαν να λένε οι πτωχοί... Εμείς δίναμε τη δική μας μάχη να βγούμε από τις εσχατιές της πατρίδας τους. Πηγαίναμε σαν το σαλίγκαρο με το Discovery πληγωμένο. Κάθε λακκούβα κι ένα χτυποκάρδι. Σε κάποια φάση η βίδα ξεσφίχτηκε και, όταν προσπάθησα να τη σφίξω, έσπασε και πάλι. Και τώρα, τι; Είναι αυτές τις στιγμές που σε πιάνουν μαύρες σκέψεις: «Κι αν μείνουμε εδώ μέσα»; Σίγουρα θα περνούσαν μέρες μέχρι να μας βγάλει κάποιος. Τέτοιες στιγμές το μυαλό μπαίνει σε safety mode και στροφάρει καλά: «Βούλα, φέρε τον ιμάντα από μέσα»! Με έναν αυτοσχέδιο επίδεσμο, κάναμε 250 χλμ. εκείνη την ημέρα. Όταν μπήκαμε στη Χιλή, πανηγυρίζαμε. Κουτσό το Discovery, αλλά άντεξε. «Τώρα είναι σαν να έχουμε φτάσει στην Παταγονία» λέω στη συνοδηγό της αποστολής. Μπορεί να είμαστε ακόμη μακριά, αλλά η πιο «αφρικανική» χώρα της Νότιας Αμερικής είναι πίσω μας. Ευτυχώς που δεν πάθαμε τίποτα και οι τρεις..._ Α. Τ.

Χίλιες ημέρες μετά...
Αλήθεια, αναπολείς τη θαλπωρή του σπιτιού σου, μια βόλτα για σινεμά ή έναν καφέ με φίλους, έπειτα από χίλιες μέρες στους δρόμους; Όχι! Αν ζεις -και όχι απλώς επιβιώνεις- σαν τσιγγάνος τρία χρόνια τώρα, ξέρεις γιατί το κάνεις. Μάλλον δεν μπορείς να κάνεις χωρίς αυτό. Με την ευκαιρία, ας θυμηθούμε κάποιους σταθμούς σ’ αυτό το οδοιπορικό που οσονούπω φτάνει στο τέλος του...

100 ημέρες, Λεκόνι, Γκαμπόν, Δ. Αφρική, 19.985 χλμ.: Για τα καλά στη μαύρη Αφρική...
200 ημέρες, Σααντάνι, Τανζανία, 38.212 χλμ.: Με τούρτα γενεθλίων από τον Ελληνοαφρικανό μας φίλο, Κώστα Κουκούλη.
300 ημέρες, Καππαδοκία, Τουρκία, 60.221 χλμ.: Μουδιασμένοι ως ταξιδιώτες, ύστερα από ενάμιση μήνα στην Ελλάδα.
400 ημέρες, Βομβάη, Ινδία, 76.076 χλμ.: Η Ινδία μας έχει σκοτώσει στην κούραση, αλλά έχει ήδη ανατρέψει τη φιλοσοφία ζωής μας.
500 ημέρες, Χουέ, Βιετνάμ, 86.331 χλμ.: Έχουμε καλύψει όλη τη ΝΑ Ασία, αλλά τα βρίσκουμε σκούρα με τους δαιμόνιους Βιετναμέζους.
600 ημέρες, Κουάλα Λουμπούρ, Μαλαισία: 93.783 χλμ.: Ο κινητήρας μας κόλλησε στη Σουμάτρα και περιμένουμε να μονταριστεί ο καινούργιος.
700 ημέρες, Σίδνεϊ, Αυστραλία, 111.115 χλμ.: Αφού έχουμε διασχίσει το outback, το Discovery βρίσκεται στο κοντέινερ για Λος ¶ντζελες, κι εμείς αγκαλιά με την ελληνική ομογένεια.
800 ημέρες, Χιούστον, ΗΠΑ, 121.752 χλμ.: Ένας ηλίθιος πέφτει πάνω στο σταματημένο Discovery, στον πιο έρημο δρόμο του Μισισιπή.
900 ημέρες, Σαν Κριστόμπαλ, Μεξικό, 126.120 χλμ.: Φιέστες, σιέστες και Σαντινίστας!
1.000 ημέρες, Πούνο, Περού, 139.477 χλμ.: Τιτικάκα, πέντε χρόνια μετά την πρόβα τζενεράλε της αποστολής.

ΤΑ ΝΕΑ ΤΟΥ DISCOVERY
ΧΛΜ. DISCOVERY: 152.008
ΧΛΜ. ΤΑΞΙΔΙΟΥ: 143.008
ΧΛΜ. ΔΙΑΔΡΟΜΗΣ: 5.504
ΛΙΤΡΑ ΝΤΙΖΕΛ: 822
ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ: 14,9 ΛΤ./100 ΧΛΜ.

Από την υψηλή κατανάλωση μπορείτε να καταλάβετε τι τράβηξε το Discovery αυτόν το μήνα. Έκανε 1.500 χλμ. σε σκληρό χώμα, σε λάσπη και σε αλάτι ικανό να φάει τα σωθικά του. Οι αναρτήσεις δούλεψαν στο όριο, με αποτέλεσμα τα πίσω θηριώδη αμορτισέρ της Jam Sport -που ήδη είχαν κάνει 20.000 χλμ.- να ξεράσουν λάδι, και η πίσω ανάρτηση μαλάκωσε αισθητά έπειτα απ’ αυτό. Ύστερα από ένα γερό χτύπημα πάνω σε «τυφλό» επιβραδυντικό εμπόδιο, νυχτιάτικα στην Κοτσαμπάμπα, η βίδα της ράβδου σύγκλισης του πίσω δεξιού τροχού λάσκαρε και στη συνέχεια έσπασε. Κανένα πρόβλημα στα ψαλίδια, απλώς θα χρειαστεί ένας έλεγχος ευθυγράμμισης στη Land Rover του Σαντιάγο.

FAQ
ΝΤΙΖΕΛ: ΠΕΡΟΥ: 10 SOL/ΓΑΛΟΝΙ (0,67 ΕΥΡΩ/ΛΤ.), ΒΟΛΙΒΙΑ: 3,72 ΜΠΟΛΙΒΙΑΝΟΣ (BOL)/ΛΙΤΡΟ (0,38 ΕΥΡΩ/ΛΤ.), ΔΙΟΔΙΑ: ΠΕΡΟΥ: 63 SOL, ΒΟΛΙΒΙΑ: 91 BOL ΚΑΡΤΑ SIM: ΒΟΛΙΒΙΑ: 1,5 ΕΥΡΩ, ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΟ ΕΙΣΙΤΗΡΙΟ ΚΟΥΣΚΟ: 140 SOL, ΔΙΗΜΕΡΟ ΤΟΥΡ ΤΙΤΙΚΑΚΑ: 75 SOL, ΑΝΑΒΑΣΗ ΧΟΥΑΪΝΑ ΠΟΤΟΣΙ: 900 BOL, ΠΑΡΚΙΝΓΚ ΛΑ ΠΑΣ: 20 BOL/ΗΜΕΡΑ, ΝΕΡΟ 2 ΛΤ.: ΠΕΡΟΥ: 2 SOL, ΒΟΛΙΒΙΑ: 5 BOL, ΤΣΙΓΑΡΑ: ΠΕΡΟΥ: 5,5 SOL, ΒΟΛΙΒΙΑ: 13 BOL

1 ευρώ = 3,9 SOLES (ΠΕΡΟΥ), = 9,6 BOLIVIANOS (ΒΟΛΙΒΙΑΣ)

7/3/2010
Παράκας, 137.885 χλμ.:
Το Πίσκο -όπου παράγεται το εθνικό ποτό του Περού- παραμένει πληγωμένο από το τσουνάμι του 2007. Κατασκηνώνουμε στην έρημο Παράκας, στην ακτή Ατένας!

8/3/2010
Νάζκα, 138.187 χλμ.:
Επισκεπτόμαστε τα νησιά Μπαγέστας, πετάμε με Cessna πάνω από τα γεωγλυφικά της Νάζκα και κατασκηνώνουμε στα 3.300 μ. - όλα σε μία ημέρα!

9/3/2010
Αμπανκάι, 138.583 χλμ.:
Μόνο Γιάμα και Αλπάκας συναντάμε στην ασφάλτινη διαδρομή που ανεβαίνει στα 4.700 μ.

10-11/3/2010
Κούζκο, 138.789 χλμ.:
Θαυμάζουμε την αρχιτεκτονική και την αγορά της πόλης που είχαμε αγαπήσει το 2005.

12/3/2010
Ογιανταϊτάμπο, 138.959 χλμ.:
Η γέφυρα του χωριού Πισάκ έχει καταρρεύσει από τις πλημμύρες του περασμένου Γενάρη και οδηγούμε εκτός δρόμου για να φτάσουμε στο πανέμορφο χωριό, που βρίσκεται στις όχθες του ποταμού Ουρουμπάμπα.

13/3/2010
4 Λαγκούνας, 139.192 χλμ.:
Εξόρμηση στις περιβόητες αλυκές (Σαλίνας) και στις πειραματικές πεζούλες των Ίνκας (Μοράι), πριν πάρουμε το δρόμο για Τιτικάκα. Κατασκηνώνουμε σε αλμυρή λίμνη στα 4.000 μ.

14/3/2010
Πούνο, 139.477 χλμ.:
Φτάνουμε στην Τιτικάκα το απόγευμα, όπου κλείνουμε διήμερη εκδρομή με 20 ευρώ το άτομο.

15/3/2010
Τιτικάκα:
Επισκεπτόμαστε τα πλωτά νησιά Ούρος και φιλοξενούμαστε από οικογένεια στο νησάκι Αμαντανί. Παραδοσιακό γλέντι το βράδυ...

16/3/2010
Χουλί, 139.565 χλμ.:
Τρικυμία στην Τιτικάκα, απίστευτο; Επιβιώνουμε, ωστόσο, και βγαίνουμε στη στεριά, αφού πρώτα πεζοπορούμε στο νησάκι Τακίλε.

17/3/2010
Κοπακαμπάνα, 139.651 χλμ.:
Μπαίνουμε στη Βολιβία και κατασκηνώνουμε στο λιμανάκι Γιαμπουπάτα. Πάμε με βαρκάκι στη μυστηριακή Ίλα ντελ Σολ (νησί του Ήλιου).

18-20/3/2010
Λα Πας, 139.823 χλμ.:
Τρελοκομείο η κίνηση στην πρωτεύουσα, που προτιμούν κυρίως νεαροί Ισραηλινοί με σακίδιο στην πλάτη. Είναι φτηνή, γι’ αυτό ίσως;

21-22/3/2010
Χουάινα Ποτοσί:
Αγγίζουμε τα 5.900 μ. υψόμετρο, νύχτα με χιονόπτωση. Τι τρέλα κι αυτή...

25/3/2010
Κορόικο, 139.930 χλμ.:
Διασχίζουμε το Δρόμο του Θανάτου χωρίς χτυποκάρδι. Έχουμε δει και χειρότερα...

26/3/2010
Γιουκούμο, 140.163 χλμ.:
Δρόμος του Θανάτου - μέρος δεύτερο και χειρότερο. Οδηγείς αριστερά, ώστε να ελέγχεις καλύτερα τον γκρεμό...

27/3/2010
Τρινιδάδ, 140.411 χλμ.:
Το Discovery μπαίνει σε μπλάβα, και μαζί απολαμβάνουμε νυχτερινή κρουαζιέρα στη λεκάνη του Αμαζονίου. Απίστευτη νυχτερινή ζωή στο Τρινιδάδ!

28/3/2010
Σαν Ράμος, 140.765 χλμ.:
Επιτέλους, άσφαλτος!

29/3/2010
Σάντα Κρουζ, 140.944 χλμ.:
Αυτή είναι η οικονομική πρωτεύουσα της χώρας: με εμπορικά κέντρα, μεγάλη αγορά και μοντέρνο κόσμο που δε θέλει να ακούει για... Έβο.

30/3/2010
Σαμαϊπάτα, 141.090 χλμ.:
Αναζητούμε δροσιά στα 1.600 μ., εκεί όπου οπαδοί του New Age αναζητούν επαφή με εξωγήινους...

31/3/2010
Κοπατσούντσο, 141.413 χλμ.:
Ακολουθούμε το τελευταίο μονοπάτι του Τσε και επισκεπτόμαστε το νοσοκομείο στο οποίο φωτογραφήθηκε νεκρός.

1-2/4/2010
Κοτσαμπάμπα, 141.564 χλμ.:
Η πιο ζωντανή πόλη της Βολιβίας, και με τον ομορφότερο κόσμο. Δοκιμάζουμε ελληνικό γύρο στο εστιατόριο El Capitolio Griego, που το έχει Βολιβιανή κυρία που είχε παντρευτεί με Έλληνα.

3-4/4/2010
Ποτοσί, 142.080 χλμ.:
Πάσχα μαζί με εκλογές στην πόλη των ορυχείων.

5/4/2010
Ουγιούνι, 142.302 χλμ.:
Φτάνουμε στο ορμητήριο προς τις μεγαλύτερες αλυκές του κόσμου.

6/4/2010
Σαλάρ ντε Ουγιούνι, 142.542 χλμ.:
Εξερευνούμε τη μεγαλύτερη λίμνη από αλάτι στον κόσμο.

7/4/2010
Κόλτσα Κα, 142.589 χλμ.:
Μία σπασμένη βίδα μας καθηλώνει στις ερημιές, νότια του Σαλάρ ντε Ουγιούνι. Το ίδιο βράδυ μας αποχαιρετά ο godimitris...

8/4/2010
Τσίου Τσίου-Χιλή, 142.859 χλμ.:
Οκτάωρη περιπέτεια για να βγούμε από τη Βολιβία με σπασμένη βίδα στην πίσω ανάρτηση. Τα καταφέρνουμε! Ουφ...

9/4/2010
Σαν Πέδρο ντε Ατακάμα, 143.008 χλμ.:
Διάλειμμα για γράψιμο στην καρδιά της Ατακάμα, πριν ξεκινήσουμε για τη Γη του Πυρός...

INFO
Δείτε πού βρισκόμαστε τώρα στο www.theworldoffroad.com

Η Βολιβία είναι μια χώρα με εννέα εκατομμύρια ανθρώπους και τρία εκατομμύρια Γιάμα...

Πρωτοσέλιδο μετά τις νομαρχιακές και δημοτικές εκλογές: Ο Έβο Μοράλες καλά κρατεί, όμως η Βολιβία παραμένει μία χώρα πολιτικά χωρισμένη στα δύο.

Η στιγμή που καταλαβαίνεις πόσο υψηλού κινδύνου είναι το εγχείρημά μας: Μία σπασμένη βίδα αρκεί για να μείνεις για πάντα στη μέση του πουθενά...

Αν δεν έχετε τα χρήματα για μία εξόρμηση στα Γκαλάπαγκος, τα νησιά Μπαγέστας είναι η μόνη εναλλακτική λύση να δείτε από κοντά ένα σπάνιο, θαλάσσιο βιότοπο.

Οι γραμμές της Νάζκα δε φαίνονται από το δρόμο, πρέπει να πετάξεις με μονοκινητήριο για να τις διακρίνεις.

Το όνομα του Τσε είναι παντού στη Λατινική Αμερική.

Φωτογράφιση μόδας μπροστά από τον καθεδρικό ναό του Κούζκο.

Το κοριτσάκι δεν έχει χάσει το κέφι του, παρ’ ότι το χωριό του -βόρεια του Κούζκο- έχει καταστραφεί από τις πλημμύρες του περασμένου Ιανουαρίου.

Περουβιανή γιόγκι μας δίνει μαθήματα αναπνοής στο φρούριο Σακσαϊουαμάν, στο Κούζκο.

Οδηγήσαμε και σκάφος στην Τιτικάκα.

Ανεφοδιασμός υψηλού ρίσκου μπαίνοντας στη Βολιβία...

Μπορεί να μην ανεβήκαμε στην κορυφή, όμως πήραμε ένα γερό μάθημα ορειβασίας στα 6.000 μ.

Στα υψίπεδα της Γιούνγκα -τα υψίπεδα της Βολιβίας ανάμεσα στις ¶νδεις και τη λεκάνη του Αμαζονίου- υπάρχει μία μειονότητα μαύρου πληθυσμού, απόγονοι των σκλάβων που είχαν φέρει από την Αφρική οι Ισπανοί αποικιοκράτες, για να δουλεύουν στα ορυχεία του Ποτοσί.

Έλεγχος για διακίνηση ναρκωτικών στα περίχωρα της Λα Πας. Ωστόσο, η εξαγωγή κοκαΐνης από τη Βολιβία παρουσιάζει ανησυχητική αύξηση τα τελευταία χρόνια.

Ο πιο επικίνδυνος -κάποτε- δρόμος του κόσμου...

Όταν πλημμυρίζει η λεκάνη του Αμαζονίου, έτσι μετακινούνται οι ντόπιοι.

Εδώ ακριβώς, στο νοσοκομείο της Βαγιεγκράντε (Βολιβία), μεταφέρθηκε το πτώμα του Τσε στις 10 Οκτωβρίου 1967.